Η Javascript πρέπει να είναι ενεργοποιημένη για να συνεχίσετε!
 
NEWSLETTER
 
| Text size
   

Billboard Greek AirplayΠαπαρίζου Έλενα
Baby It's Over
Billboard Hot 100Carly Rae Jepsen
Call Me Maybe
Billboard 200Linkin Park
Living Things
Dance Club SongsEva Simons
I Don't Like You
MTV Hit ListRihanna
Where Have you Been

Οι Pere Ubu σιχαίνονται το βινύλιο, μήπως έχουν δίκιο;



Ο ανέλπιστα (έως απελπιστικά) αδυνατισμένος αρχηγός των Pere Ubu μόλις έχει καθαρίσει με τις τελευταίες κοφτές ανάσες του Final Solution στη σκηνή του Primavera Sound 2011 (τι ποιο Final Solution; Καλά σας τα λέει ο Μάνος Μπούρας... τι σας ενδιαφέρει αν leak-άρουν οι πιο πρόσφατοι βίοι αγίων, ενώ δεν έχετε διαβάσει τα Ευαγγέλια;) και ετοιμάζεται να περάσει στο κυρίως πιάτο του The Modern Dance άλμπουμ. «Θα ακούσετε έναν δίσκο που ηχογραφήθηκε με όλη μας την ψυχή και καταστράφηκε όταν πέρασε στο βινύλιο. Το άθλιο βινύλιο…, δεν ακουγόνταν τίποτε. Δεν υπήρχε μπάσο, δεν υπήρχε βάθος τίποτε. Άθλιο βινύλιο. Το μισούμε. Μην αγοράζετε βινύλιο...»...μας είπε ορθά κοφτά σε μια μάλλον απρόσμενη εισαγωγή, κυρίως για όσους δεν είχαν εντρυφήσει στους Pere Ubu και την παραδοσιακή απέχθεια τους για το βινύλιο και τις ηχητικές «αρετές» του.

 

 

 

Στο επίσημο site της μπάντας, αλλά και στα liner notes κυκλοφοριών όπως το CD BOX: DATAPANIK IN THE YEAR ZERO, για όποιον ενδιαφέρεται, υπάρχουν εκτενείς αναλύσεις σχετικά με την άποψη του David Thomas και των υπολοίπων περί του πώς οι «θρυλικοί» δίσκοι τους κατακρεουργήθηκαν για σχεδόν τριάντα χρόνια σε –κατ’ αυτούς- άθλιες εκδόσεις  βινυλίου, που κατά τα λοιπά άλλαζαν συχνά-πυκνά χέρια για αρκετές εκατοντάδες δολάρια. Σίγουρα όχι ό,τι περιμένεις να ακούσεις από ένα συγκρότημα που θεωρείται «σημαία» της ανεξάρτητης σκηνής, με όποια έννοια κι αν εκλάβει κανείς τον όρο αυτό. Συνήθως οι ανεξαρτητάδες είναι ορθά-κοφτά της γραμμής SUPPORT THE VINYL και από την άλλη μεριά εμείς οι μουσικόφιλοι έχουμε την τάση να λατρεύουμε το βινύλιο και να αναφερόμαστε  ειρωνικά και υποτιμητικά στο CD. Αυτό το πλαστικοποιημένο, άψυχο, άχρωμο και άνυδρο πράγμα που σήμανε την αρχή του τέλους της μουσικής.

 

 

 

 

 

 

Στο blog του πολύ καλού δισκοπωλείου της Αθήνας Rock ‘n’ roll Circus έχουν φιλοξενηθεί 28 μέχρι στιγμής, επιφανείς και λιγότερο επιφανείς, συλλέκτες δίσκων, οι περισσότεροι εκ των οποίων απαξιούν να αναφερθούν στα CD που περιλαμβάνει η συλλογή τους, δηλώνουν πρόθυμοι να τα ξεφορτωθούν με την πρώτη ευκαιρία, ενώ κάποιοι εξ αυτών υποστηρίζουν με έπαρση ότι δεν έχουν παραπάνω από τέσσερα- πέντε CD (τα οποία προφανώς βρήκαν ξεχασμένα σε κάποιο μεταχειρισμένο αυτοκίνητο που έτυχε να αγοράσουν). Στην ίδια γραμμή το συντριπτικό ποσοστό όσων ελάχιστων επιμένουν να αγοράζουν μουσική (και μάλιστα σε παραδοσιακά format) –μεταξύ αυτών και εγώ- επιλέγουν να δώσουν 26 ευρώ για μια βινυλιακή κόπια του τελευταίου άλμπουμ των Fleet Foxes, το οποίο μπορούν να βρουν σε CD με όχι περισσότερο από 11-12 ευρώ. Κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’90 συνέβαινε το αντίστροφο: δίναμε γύρω στα τρία χιλιάρικα για ένα καινούργιο LP και μέχρι και έξι χιλιάρικα για το ίδιο άλμπουμ σε CD. Πρόσφατα αγόρασα σε βινύλιο έναντι 10 ευρώ το καθένα δύο άλμπουμ των Rosa Mota (ένα μάλλον παράταιρα rock group της Mute Records), τα οποία είχα αγνοήσει σε πραγματικό χρόνο, προτιμώντας να τα αγοράσω σε CD  δίνοντας τότε συνολικά γύρω στα 15 χιλιάρικα (!!!).

 

 

 

 

Τα περί επιστροφής του βινυλίου, που δήθεν σηματοδοτεί την επιστροφή στο concept του ολοκληρωμένου άλμπουμ, που κάθεσαι να το ακούσεις από την αρχή μέχρι το τέλος, χωρίς τις ευκολίες του τύπου skip track- pause κλπ που προσφέρει το CD, τα ακούω μάλλον βερεσέ (ίσως επειδή τα ακούω συνέχεια εδώ και 20 χρόνια). Όπως έχει γραφεί και αλλού, άρθρα για την επιστροφή του βινυλίου γράφονται από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, δηλαδή προτού το βινύλιο φύγει καν, αν βέβαια υποτεθεί ότι υπήρξε κάποια περίοδος κατά την οποία «έφυγε». Επίσης με τους κανόνες της αγοράς το μερίδιο του βινυλίου στο σύνολο της πωλούμενης μουσικής είναι αμελητέο. Όσο δε για την έννοια του ολοκληρωμένου άλμπουμ, παρότι και αυτή ποτέ δεν εξαφανίστηκε, ούτως ώστε να χρειάζεται να επιστρέψει, είναι ομοίως αμφίβολο ποια τύχη θα έχει στην εποχή που οι έννοιες μουσική και αποθηκευτικό μέσο θα είναι παντελώς ασύνδετες (κατά πολλούς έρχεται και αυτή η στιγμή).  Η χρήση των ιστορικών άλμπουμ ως αντικείμενο νοσταλγίας για τις ανάγκες της μουσικής βιομηχανίας να πουλήσει ζωντανό μουσικό προϊόν, είναι εντελώς άλλη ιστορία και δεν αφορά κάποια δήθεν αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζεται η μουσική από τη συντριπτική πλειοψηφία των ακροατών σήμερα (και δη των νεαρών- νεαρότατων σε ηλικία).

 

 

Θυμάμαι προ δύο ετών περίπου μία συνέντευξη του Ron Wood για το περιοδικό Word, στην οποία υποστήριζε ότι «κατάφερε» να ακούσει τον πραγματικό ήχο της κιθάρας του από τις θρυλικές ηχογραφήσεις του παρελθόντος μόνο όταν έγινε κατάλληλη επεξεργασία αυτών για να περάσουν απευθείας σε ψηφιακή μορφή στο CD. Και από εκεί και πέρα ήταν ξεκάθαρος και δεν σήκωνε κουβέντα περί του ότι το CD υπερέχει ως ήχος έναντι του βινυλίου. Κάτι που έρχεται ασφαλώς σε ευθεία αντίθεση με όσα παραδοσιακά διαβάζουμε (και πιστεύουμε οι περισσότεροι) περί της «ζεστασιάς» του αναλογικού ήχου, περί του ζωντανού ήχου που αναπνέει στα αυλάκια του βινυλίου και ασφυκτιά στους κώδικούς των CDs και άλλα ωραία δισκοφιλικά. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση; Ως συνήθως...

 

Ανήκοντας στην κατηγορία εκείνη των μουσικόφιλων που ξοδεύουν κάποιες χιλιάδες ευρώ το χρόνο για να αγοράσουν μουσική, την οποία ακούν σε στερεφωνικό συγκρότημα η αξία του οποίου με το ζόρι ξεπερνάει τις 4-5 χιλιάδες ευρώ (ποσό που θεωρείται αστείο για τους λάτρεις του είδους και τους χαϊφιντελίστες) και το οποίο δύσκολα θα αλλαχτεί/βελτιωθεί στα επόμενα δέκα χρόνια, ως προσωπική εμπειρία καταθέτω το ότι η αγορά δίσκων βινυλίου (και συνεπακόλουθα η κατοχή και αρχειοθέτηση τους) μου προσφέρει ασφαλώς ασύγκριτα μεγαλύτερη απόλαυση σε σχέση με αυτή των CD. Η δισκογραφική μου ενηλικίωση στη δεκαετία του ’90 με έφερε στην παράδοξη θέση να αγοράσω τμήμα της δισκοθήκης μου πρώτα σε βινύλιο, μετά σε CD  και τώρα ξανά μανά σε βινύλιο! Ενίοτε και σε box set βέβαια, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.

 

 

 

 

Ο λόγος που περάσαμε (με βίαιο τρόπο) από το βινύλιο στο CD δεν ήταν μόνο η αβάντα του νέου μέσου, αλλά και η ομολογουμένως κατά μέσο όρο ανωτερότητα της ηχητικής ποιότητας σε σχέση με το βινύλιο. Ειδικά στην Ελλάδα, όπου το 70% του βινυλίου που έφτανε στα χέρια μας ήταν επιεικώς άθλιο. Κάπως έτσι πρέπει να παραδεχτούμε ότι με τα CD ακούσαμε τη μουσική επιτέλους σωστά. Και δεν αναφέρομαι φυσικά στις άθλιες nice price μεταφορές back catalogue από βινύλιο σε CD χωρίς την κατάλληλη ψηφιοποίηση κ.λ.π. Εδώ είχαμε το ίδιο αποτέλεσμα από άλλη σκοπιά. Μιλάω για τα καινούργια άλμπουμ. Έχω αγοράσει σε CD το πρώτο άλμπουμ των Rage Against The Machine όταν κυκλοφόρησε και λίγο μετά μου το είχαν κάνει δώρο και σε βινύλιο. Δίσκος χαρακτηριστικός για την επιβλητική και ορθά ογκώδη και δυνατή παραγωγή του. Το βινύλιο παρότι σχετικά καλής ποιότητας υστερεί σημαντικά σε σχέση με το CD, το οποίο είναι το ιδανικό μέσο για να αναδειχθεί η απαιτητική παραγωγή και μάλιστα χωρίς να χρειάζεται να ξοδέψεις μια ολόκληρη περιουσία για CD Player κ.λ.π.

 

 

 

 

Το επίμαχο άλμπουμ των Pere Ubu το έχω στη διάθεση μου για ακρόαση σε τέσσερις διαφορετικές εκδόσεις: μία απροσδιορίστου ποιότητας  κόπια από τα μέσα των 80s σε επανέκδοση της Fontana, μία ομοίως πρόχειρη επανέκδοση σε CD της Cooking Vinyl στα late 90s, ένα remastered βινύλιο των late 00s και ως περιεχόμενο στο box set που αναφέρεται παραπάνω. Όχι μόνο μέσα από το box set (του οποίου το  mastering και το τελικό αποτέλεσμα έχουν την έγκριση του συγκροτήματος), αλλά και μέσα από το πρόχειρο CD, ακούω το άλμπουμ πιο σωστά, πιο «γεμάτα»... Το ίδιο συμβαίνει με αρκετούς ακόμη δίσκους. Το  Henry’s Dream του Nick Cave (ένα από τα αγαπημένα μου άλμπουμ κάθε εποχής και είδους) ποτέ δεν το ευχαριστήθηκα στο βινύλιο. Στο CD ακουσα τους Bad Seeds να οργιάζουν πραγματικά.

 

 

 

 

Συνεπώς ως προσωπική εμπειρία ακρόασης (πέρα από την εμπειρία αγοράς και κατοχής ως ενδεχόμενα συλλέκτης και σίγουρα επίμονα καταναλωτής που αναφέρω παραπάνω) καταλήγω στο ότι έχω κερδίσει σε όλα αυτά τα χρόνια περισσότερα από το CD παρά από το βινύλιο. Παρόλα αυτα επιμένω να αγοράζω βινύλια, να πληρώνω τα διπλάσια για αυτά από ότι θα πλήρωνα για τα αντίστοιχα ασημί δισκάκια, και ενίοτε να αγοράζω από την αρχή ολόκληρες δισκογραφίες από το ένα format στο άλλο. Παρανοϊκός; Όσο παρανοϊκός μπορεί να θεωρηθεί σήμερα κάποιος που επιμένει να πληρώσει ακόμη και 30 ευρώ για ένα άλμπουμ που μπορεί να το έχει δωρεάν στον υπολογιστή του μέχρι να τελειώσει  το άρθρο. Παράνοια από παράνοια διαφέρουν θα μου πεις, αλλά το τελικό αποτέλεσμα για τους «εκτός της παράνοιας» παραμένει το ίδιο.

 

 

Ένας από τους καλούς μουσικογραφιάδες της εποχής είχε γράψει ένα άρθρο στη σφαίρα του φανταστικού- μελλοντολογικού, με το οποίο φαντασιωνόνταν ότι το CD θα εξαφανιστεί για αρκετά χρόνια, θα αποτελεί άγνωστο αντικείμενο για μία γενιά τουλάχιστον και θα επιστρέψει ως αντικείμενο φετίχ και τότε όλοι θα τρέχουν να αγοράσουν σε απλησίαστες τιμές από το e-bay τα CD που οι πατεράδες τους είχαν πετάξει στα σκουπίδια, ως άχρηστο όγκο. Περίεργο σενάριο μιας και σήμερα οι περισσότεροι θα πόνταραν στο ότι το CD ναι μεν θα εξαφανιστεί για τα καλά, αλλά μάλλον δεν θα επιστρέψει ποτέ. Η μανία πάντως των συλλεκτών μουσικής να φετιχοποιούν αυτό που βίαια περιθωριοποιείται δεν αποκλείει ολοκληρωτικά την πιθανότητα του να παιχτεί το σενάριο στην πλήρη μορφή αυτού.

 

 

 

Επίσης να πούμε ότι η θρυλούμενη «επιστροφή του βινυλίου» αφορά κατ’ αρχήν το ροκ (εν ευρεία έννοια), στη συνέχεια τη jazz (υπάρχει πλήθος καλών επανεκδόσεων, αλλά το CD διατηρεί ακόμη την υπεροχή του) και λιγότερο έως ελάχιστα την κλασσική μουσική, αν θέλουμε να μείνουμε στις τρεις αυτές βασικές κατηγοριοποιήσεις. Δηλαδή έχουμε το παράδοξο το μέσο εκείνο που σε γενικό επίπεδο θεωρείται ότι έχει τον καλύτερο ήχο να μην συναντάει την αντίστοιχη αποδοχή στη μουσική εκείνη που έχει τις μεγαλύτερες απαιτήσεις σε ηχητική ποιότητα.

 

 

 

Η κλασσική μουσική συνεχίζει να ζει στην εποχή του CD, τα μουσικά περιοδικά που ασχολούνται με την κλασσική μουσική δεν έχουν την αγωνία του ροκ τύπου για την επαναφορά του βινυλίου στην επικαιρότητα, για την θριαμβευτική του επιστροφή κ.λ.π. Σπουδαίες ηχογραφήσεις από μεγάλες ορχήστρες και μαέστρους έχουν ψηφιοποιηθεί σωστά και με την κατάλληλη επιμέλεια και τεχνολογική επάρκεια (αλλά και μέτρο) και δεν θεωρείται ότι πρέπει να βιώσουν μία τρίτη ζωή περνώντας και πάλι στο βινύλιο (επαναλαμβάνω, εξαιρέσεις υπάρχουν). Τέλος να σημειώσω ότι παραδοσιακή μανία με το βινύλιο ακόμη και στον χώρο του ροκ έχουν τα παρακλάδια αυτού που μπορούν να χαρακτηριστούν επιεικώς ελάχιστα απαιτητικά σε ήχο. Συγκροτήματα όπως οι Dead Moon (και γενικά η garage πλευρά των πραγμάτων) έχουν ως φετίχ τον βίνταζ εξοπλισμό, αλλά τελικά ελάχιστη σημασία δίνουν στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, με τις περισσότερες ηχογραφήσεις τους να είναι πραγματικά κακόηχες. Φανατικοί υποστηριχτές του βινυλίου ασφαλώς...

 

Την βασική υπεροχή του βινυλίου έναντι του CD πάντως την έχει ήδη υπαινιχθή σοφά ο Θεοδόσης Μίχος σε παλιότερο άθρο του, ασχολούμενος με την παράνοια που προκαλεί ο εθισμός σε αυτό: το βινύλιο είναι ακόμη καλύτερο όταν το διατηρείς για πάντα στη ζελατίνα του, όταν για χρόνια μένει έτσι αεροστεγώς κλεισμένο στη δισκοθήκη σου, διατηρούμενο πάντα φρέσκο, σε άρτια κατάσταση, αναλοίωτο και στην κυριολεξία άπαιχτο! Τα CD αν τα αφήσεις στη ζελατίνα τους με τον καιρό μαυρίζουν, σκονίζονται και η ζελατίνα έχει την ικανότητα να αυτοκαταστρέφεται. Τσεκαρισμένα πράγματα αυτά, δεν τα λέμε έτσι στον αέρα....


Deprecated: Function strftime() is deprecated in /home/mystery/public_html/scripts/functions.php on line 373

Deprecated: Function strftime() is deprecated in /home/mystery/public_html/scripts/functions.php on line 374
Ενημέρωση: 12-07-2011